“Eagle” γιατί;
Διότι ο αετός πετάει στον αέρα, ελεύθερος και δυνατός... και σύμβολο πνευματικότητας
[βλ. περισσότερα στην πρώτη μου ανάρτηση "ΦόροςTιμής" (http://eaglestefanos.blogspot.com/2007/10/blog-post.html).
Ναι, αλλά γιατί “Eagle” και όχι “Αετός”; H απάντηση στην ανάρτησή μου (στο άλλο ιστολόγιό μου) “Αποκαλύπτω…” (http://seagullstefanos.blogspot.com/2008/03/seagull-eagle.html)
«Εις ένα κοσμηματοπωλείον βλέπω δύο πολύτιμα πετράδια, είναι τα ίδια, όμοια στο χρώμα, στο μέγεθος, καθαρά και ωραία. Αλλά το ένα ε΄ναι πολύ πιο λαμπερό και ακτινοβολεί, ενώ το άλλο είναι θαμπό. Ο κοσμηματοπώλης μου εξηγεί: “Είναι η ίδια πέτρα –μου λέγει- αλλ’ η μιά, αυτή που λάμπει, είναι πολύ δουλεμένη, έχει 80 πλευρές μικροσκοπικές, ενώ η άλλη, η θαμπή, έχει μόνον 8. Δεν είναι δουλεμένη, όπως η άλλη”.
Τότε εσκέφθην και είπα μέσα μου, “κύτταξε, κάθε πλευρά θα πη και μια κοψιά, με σκληρό εργαλείο, έπειτα λείανσις, κατεργασία στον τροχό, λουστράρισμα κ.λπ. Αν είχε στόμα τώρα η πέτρα αυτή θα μο έλεγε: ‘Να’ξερες τι υπέφερα για να φθάσω σ’αυτή τη θέση!! 80 κοψιές, τροχοί, βάσανα!!’. Ναι, αλλά τώρα όλα αυτά πέρασαν, θα της έλεγα και σου μένει αυτή η αναφαίρετη λάμψη και ωραιότης”.
Έτσι είναι και με τα βάσανα και τας δοκιμασίας των πιστών. Είναι “προς το συμφέρον, εις το μεταλαβείν τη αγιότητος Αυτού”, διά να λάμπωμεν αιωνίως εν τη δόξη του Πατρός»
[Από το βιβλίο του Κωνσταντίνου Κούρκουλα “500 πετράδια” Αθήναι]
Υ.Γ. (κοινό υστερόγραφο για όλες τις σημερινές αναρτήσεις μου στα 4 ιστολόγιά μου): Το θέμα “Πόνος, θλίψη κ.λπ.” απασχολεί σήμερα όλα μου τα ιστολόγια. Συγκεκριμένα:
γ) Στο “Eagle” μου ανάρτησα μια παραβολή για τη θλίψη στη ζωή μας, με τίτλο “Το πολύτιμο πετράδι”, από ένα παλαιό βιβλίο τουΚωνσταντίνου Κούρκουλα με τίτλο “500 πετράδια”, εδώ: http://eaglestefanos.blogspot.com/2009/01/blog-post_29.html
-Φαντάσου την ανθρώπινη φύση ως προς την παιδεία και την απαιδευσία, σαν μια εικόνα που παριστάνει μια τέτοια κατάσταση. Δες λοιπόν με τη φαντασία σου ανθρώπους που κατοικούν μέσα σε μια σπηλιά κάτω από τη γη, που να έχει την είσοδό της ψηλά στην οροφή, προς το φως, σε όλο το μήκος της σπηλιάς μέσα της να είναι άνθρωποι αλυσοδεμένοι από την παιδική ηλικία στα πόδια και στον αυχένα, έτσι ώστε να είναι καρφωμένοι στο ίδιο σημείο και να μπορούν να βλέπουν μόνο μπροστά τους και να μην είναι σε θέση, εξαιτίας των δεσμών, να στρέφουν τα κεφάλια τους ολόγυρα. Κι οι ανταύγειες της φωτιάς που καίει πίσω τους να είναι πάνω και μακριά από αυτούς. Και ανάμεσα στη φωτιά και στους δεσμώτες, προς τα πάνω, να υπάρχει ένας δρόμος που στο πλάι του να είναι χτισμένο ένα τοιχάκι, όπως τα παραπετάσματα που τοποθετούν οι θαυματοποιοί μπροστά από τους ανθρώπους, και πάνω απ' αυτά τους επιδεικνύουν τα ταχυδακτυλουργικά τους.
-Βλέπω, είπε.
-Φαντάσου λοιπόν κοντά σε τούτο το τοιχάκι, ανθρώπους να μεταφέρουν αντικείμενα κάθε είδους, που προεξέχουν από το τοιχάκι, καθώς και ανδριάντες και κάποια άλλα αγάλματα ζώων, πέτρινα και ξύλινα και κατασκευασμένα με κάθε είδους υλικό, και, όπως είναι φυσικό, από αυτούς που τα μεταφέρουν άλλοι μιλούν και άλλοι μένουν σιωπηλοί.
-Παράδοξη εικόνα περιγράφεις, και παράδοξους συνάμα δεσμώτες, είπε.
-Μα είναι όμοιοι με μας, είπα εγώ και πρώτα και κύρια, νομίζεις πως αυτοί έχουν δει κάτι άλλο από τους εαυτούς τους και τους υπόλοιπους που είναι μαζί, εκτός από τις σκιές που δημιουργεί η φωτιά, και που αντανακλούν ακριβώς απέναντί τους στον τοίχο της σπηλιάς;
-Μα πως είναι δυνατόν, είπε, αφού είναι αναγκασμένοι να κρατάνε ακίνητα τα κεφάλια τους εφ' όρου ζωής;
-Κι από αυτά που μεταφέρονται ; Δεν θα έχουν δει ακριβώς το ίδιο;
-Τι άλλο;
-Κι αν θα μπορούσαν να συνομιλούν μεταξύ τους, δεν νομίζεις πως σ' αυτά που βλέπουν θεωρούν πως αναφέρονται οι ονομασίες που δίνουν;
-Αναγκαστικά.
-Τι θα συνέβαινε, αν το δεσμωτήριο τους έστελνε αντίλαλο από τον απέναντι τοίχο, κάθε φορά που κάποιος από τους περαστικούς μιλούσε, νομίζεις πως θα θεωρούσαν πως αυτός που μιλάει είναι τίποτε άλλο από τη φευγαλέα σκιά;
-Μα το Δία, όχι βέβαια, είπε.
-Και σε κάθε περίπτωση, είπα εγώ, αυτοί δεν θα θεωρούν τίποτα άλλο σαν αληθινό, παρά τις σκιές των αντικειμένων.
-Απόλυτη ανάγκη, είπε.
-Σκέψου όμως, είπα εγώ, ποια θα μπορούσε να είναι η λύτρωσή τους και η θεραπεία τους και από τα δεσμά κι από την αφροσύνη, αν τους συνέβαιναν τα εξής: Αν κάθε φορά, δηλαδή, που θα λυνόταν κάποιος και θ' αναγκαζόταν ξαφνικά να σταθεί και να βαδίσει και να γυρίσει τον αυχένα του και να δει προς το φως, κι όλ' αυτά θα τα έκανε με μεγάλους πόνους και μέσα από τα λαμπυρίσματα δεν θα μπορούσε να διακρίνει εκείνα, που μέχρι τότε έβλεπε τις σκιές τους, τι νομίζεις πως θ' απαντούσε αυτός, αν κάποιος του έλεγε πως τότε έβλεπε φλυαρίες, ενώ τώρα είναι κάπως πιο κοντά στο ον και πως έχει στραφεί προς όντα που πραγματικά και βλέπει με σωστότερο τρόπο, και αν του έδειχνε το καθένα από αυτά που περνούσαν, ρωτώντας τον τι είναι και αναγκάζοντάς τον ν' αποκριθεί, δεν νομίζεις πως αυτός θ' απορούσε και θα νόμιζε πως αυτά που έβλεπε τότε ήταν πιο αληθινά από τα τωρινά που του δείχνουν;
-Και πολύ μάλιστα, είπε.
-Κι αν λοιπόν τον ανάγκαζε να βλέπει προς το ίδιο το φως, δεν θα πονούσαν τα μάτια του και δεν θα έφευγε για να ξαναγυρίσει σ' εκείνα που μπορεί να δει καλά, και δεν θα νόμιζε πως εκείνα στην πραγματικότητα είναι πιο ευκρινή από αυτά που του δείχνουν;
-Έτσι, είπε.
-Και αν, είπα εγώ, τον τραβούσε κανείς με τη βία από εκεί, μέσα από ένα δρόμο κακοτράχαλο κι ανηφορικό, και δεν τον άφηνε, πριν τον τραβήξει έξω στο φως του ήλιου, δεν θα υπέφερε τάχα και δεν θα αγανακτούσε όταν τον έπαιρναν, κι αφού θα έφτανε στο φως, δεν θα πλημμύριζαν τα μάτια του από τη λάμψη και δεν θα του ήταν αδύνατο να δει ακόμα κι ένα απ' αυτά που τώρα ονομάζονται αληθινά;
-Όχι βέβαια, δεν θα μπορούσε έτσι ξαφνικά, είπε.
-Έχω την εντύπωση πως θα χρειαζόταν να συνηθίσει, αν σκοπεύει να δει τα πράγματα που είναι πάνω. Και στην αρχή θα μπορούσε πολύ εύκολα να διακρίνει καλά τις σκιές, και μετά απ' αυτό, πάνω στην επιφάνεια του νερού τα είδωλα των ανθρώπων και των άλλων πραγμάτων, και κατόπιν αυτά τα ίδια. Και μετά από αυτά, τ' αντικείμενα που είναι στον ουρανό και τον ίδιο τον ουρανό θα μπορούσε να δει ευκολότερα τη νύχτα, βλέποντας το φως των άστρων και της σελήνης, παρά στη διάρκεια της μέρας, τον ήλιο και το ηλιόφως.
-Πως όχι;
-Τελευταίο θα μπορούσε νομίζω να δει τον ήλιο, όχι στην επιφάνεια του νερού ούτε σε κάποια διαφορετική θέση τα είδωλά του, αλλά θα μπορούσε να δει καλά τον ήλιο καθαυτό στο δικό του τόπο και να παρατηρήσει προσεκτικά τι είδους είναι.
-Κατ' ανάγκη, είπε.
-Και μετά θα συλλογιζόταν τότε για κείνον, πως αυτός είναι που ρυθμίζει τις εποχές και τους χρόνους και που κανονίζει τα πάντα στον ορατό κόσμο, καθώς και ο αίτιος, κατά κάποιο τρόπο, όλων εκείνων που έβλεπαν αυτοί.
-Είναι φανερό, είπε, πως αυτά θα συμπεράνει ύστερα από τα προηγούμενα.
-Τι λες λοιπόν; Όταν αναλογίζεται την πρώτη του κατοικία και την εκεί σοφία που είχε αυτός και οι τότε συνδεσμώτες του, δεν νομίζεις πως θα καλοτυχίζει τον εαυτό του για τούτη την αλλαγή και θα οικτίρει τους άλλους;
-Και πολύ μάλιστα.
-Κι αν υπήρχαν μεταξύ τους τότε κάποιες τιμές και έπαινοι και βραβεία γι' αυτόν που θα μπορούσε να διακρίνει πιο καθαρά αυτά που περνούσαν μπροστά από τα μάτια του και γι' αυτόν που θα μπορούσε να θυμηθεί περισσότερο ποια συνήθως περνούσαν πρώτα, ποια μετά και ποια ταυτόχρονα, και έτσι θα μπορεί να προβλέπει τι θα έρθει στο μέλλον, νομίζεις πως αυτός θα κατεχόταν από σφοδρή επιθυμία και θα ζήλευε τους τιμημένους από κείνους και τους μεταξύ εκείνων κυρίαρχους ή θα είχε πάθει αυτό που λέει ο Όμηρος, και πολύ θα επιθυμούσε "να ήταν ζωντανός στη γη κι ας δούλευε για άλλον, που είναι ο φτωχότερος" και θα προτιμούσε να έχει πάθει τα πάντα, παρά να νομίζει εκείνα που νόμιζε και να ζει έτσι εκεί;
-Έτσι νομίζω τουλάχιστον, είπε, πως θα προτιμούσε να πάθει οτιδήποτε παρά να ζει έτσι.
-Και τώρα βάλε στο μυαλό σου το εξής, είπα εγώ. Αν κατέβει αυτός πάλι και καθίσει στον ίδιο θρόνο, δεν θα ξαναγεμίσουν τάχα τα μάτια του σκοτάδι, αφού ήρθε ξαφνικά από τον ήλιο;
-Και πολύ μάλιστα, είπε.
-Αν χρειαζόταν ν' ανταγωνιστεί αυτός με κείνους τους παντοτινούς δεσμώτες, λέγοντας την άποψή του σχετικά με τις σκιές, καθόσον χρόνο η όρασή του είναι αμβλεία, πριν προσαρμοστούν τα μάτια του, και για να συνηθίσουν δεν θα χρειαζόταν και τόσο μικρός χρόνος, άραγε δεν θα προκαλούσε περιπαιχτικά γέλια και δεν θα έλεγαν γι' αυτόν πως με το ν' ανεβεί επάνω, γύρισε με καταστραμμένα τα μάτια του και πως δεν αξίζει ούτε να προσπαθήσουν καν να πάνε επάνω; Και αυτόν που θα επιχειρήσει να τους λύσει και να τους ανεβάσει, αν τους δινόταν κάπως η ευκαιρία να τον πιάσουν και να τον σκοτώσουν, δεν θα τον σκότωναν;
-Αναμφίβολα, είπε.
-Αυτή την εικόνα λοιπόν, φίλε μου Γλαύκωνα, είπα εγώ, πρέπει να την προσαρμόσεις σε όλα όσα είπαμε πρωτύτερα και να παρομοιάσεις τον ορατό κόσμο με την κατοικία του δεσμωτηρίου, και τη φωτιά που αντιφέγγιζε μέσα σ' αυτή με τη δύναμη του ηλιακού φωτός. Αν όμως παρομοιάσεις την ανάβαση και τη θέα των αντικειμένων, που βρίσκονται στον επάνω κόσμο, με την άνοδο της ψυχής στον νοητό κόσμο, δεν θα σφάλεις ως προς τη δική μου άποψη, αφού επιθυμείς να την ακούσεις. Κι ο θεός τουλάχιστον ξέρει αν τυχαίνει να είναι αληθινή. Εμένα λοιπόν έτσι μου φαίνεται. Πως στην περιοχή του γνωστού η ιδέα του αγαθού είναι τελευταία και μετά βίας διακρίνεται, όταν όμως τη διακρίνει κανείς δεν μπορεί να μην συλλογιστεί πως αυτή είναι η αιτία για όλα γενικά τα σωστά και καλά πράγματα, γεννώντας μέσα στον ορατό κόσμο το φως και τον κύριο του φωτός, και γιατί μέσα στον νοητό κόσμο αυτή είναι που διευθύνει και παρέχει την αλήθεια και τον νου και πως πρέπει να την ατενίσει οπωσδήποτε αυτός που εννοεί να ενεργήσει φρόνιμα και στην ιδιωτική και στη δημόσια ζωή.
-Συμφωνώ κι εγώ, είπε, με όποιον τρόπο βέβαια μπορώ.
-Εμπρός λοιπόν, είπα εγώ, συμφώνησε και με αυτό εδώ και μην απορήσεις που όσοι ήρθαν εδώ δεν θέλουν ν' ασχολούνται με τις ανθρώπινες ασχολίες, αλλά οι ψυχές τους επιθυμούν σφοδρά να διαμένουν πάντα στον επάνω κόσμο. Γιατί είναι φυσικό βέβαια να γίνεται έτσι, αφού κι αυτό επίσης να είναι σύμφωνο με την εικόνα που περιγράψαμε πριν.
-Είναι φυσικό βέβαια, είπε.
-Τι λες; Θεωρείς παράξενο κάτι σαν αυτό εδώ, είπα εγώ, αν κάποιος που από τα θεϊκά θεάματα πέφτει στα ανθρώπινα κακά και κάνει απρέπειες και φαίνεται υπερβολικά γελοίος, καθώς ακόμα δεν καλοβλέπει, πριν συνηθίσει στο σκοτάδι του παρόντος, αναγκάζεται ν' αγωνίζεται στα δικαστήρια ή κάπου αλλού σχετικά με τις σκιές του δικαίου ή με τα είδωλα από τα οποία προέρχονται οι σκιές, και να διαγωνίζεται για τις ιδέες που έχουν για τη δικαιοσύνη αυτοί που ουδέποτε την είδαν;
-Δεν είναι καθόλου παράξενο, είπε.
-Αλλά, αν έχει κανείς μυαλό, είπα εγώ, θα μπορούσε να θυμηθεί πως στα μάτια συμβαίνουν δυο ειδών ανωμαλίες και από δύο αφορμές, όταν πηγαίνει κανείς από το φως στο σκοτάδι και όταν πηγαίνει από το σκοτάδι στο φως. Αφού θεωρήσει πως τα ίδια ακριβώς γίνονται και στην ψυχή, όταν δει κάποια ν' ανησυχεί και να μην μπορεί να διακρίνει κάτι καθαρά, δεν θα πρέπει να γελάει αλόγιστα, αλλά να εξετάζει καλά τι από τα δύο συμβαίνει, δεν βλέπει καλά στο σκοτάδι από τη συνήθεια, επειδή έχει έρθει από φωτεινότερη ζωή, ή από την περισσότερη αμάθεια ήρθε στο φωτεινότερο και έχει πλημμυρίσει από το φωτεινό λαμπύρισμα, και έτσι τη μια θα τη μακαρίσει για το βίωμά της και για τη ζωή της, ενώ την άλλη θα την οικτίρει. Κι αν θέλει να γελάει μαζί της, το γέλιο του θα ήταν λιγότερο καταγέλαστο απ' ό,τι το γέλιο εις βάρος της ψυχής που έφτασε από πάνω, από το φως.
-Και μάλιστα τα λες πολύ σωστά, είπε.
-Πρέπει λοιπόν εμείς, είπα, αν αυτά είναι αληθινά, να πιστέψουμε το εξής: Ότι η παιδεία δεν είναι τέτοια που ισχυρίζονται μερικοί που την έχουν για επάγγελμα. Ισχυρίζονται γενικά πως δεν υπάρχει επιστήμη μέσα στην ψυχή, αλλά την βάζουν αυτοί, σαν να βάζουν όραση στα μάτια των τυφλών.
-Πραγματικά το ισχυρίζονται, είπε.
-Ο δικός μας λόγος τώρα, είπα, εννοεί πως αυτή τη δύναμη που υπάρχει μέσα στην ψυχή του καθενός και το όργανο με το οποίο μαθαίνει ο καθένας, σαν ένα μάτι που δεν μπορεί με άλλο τρόπο, παρά μαζί με ολόκληρο το σώμα, να στραφεί από το σκοτεινό στο φωτεινό, έτσι πρέπει να την στρέφει μαζί με όλη την ψυχή από το γιγνόμενο, ώσπου να μπορεί να υπομένει τη θέαση προς το ον και προς το φωτεινότατο μέρος του όντος. Αυτό το μέρος ισχυριστήκαμε πως είναι το αγαθό, έτσι δεν είναι;
-Ναι.
-Επομένως η παιδεία, είπα εγώ, θα είναι η τέχνη της περιστροφής αυτού του οργάνου, για να επινοήσει με ποιο τρόπο θα στραφεί ευκολότατα και ωφελιμότατα, όχι για να δημιουργήσει σ' αυτό το όργανο την όραση, αφού την κατέχει, αλλά για να επινοήσει το πώς θα στραφεί, επειδή δεν έχει τη σωστή κατεύθυνση και δεν βλέπει όπου πρέπει.
A while back, I read a very interesting book that comparedlife to a train ride or a series of train rides. Life is like a train ride, it read. We get on. We ride. We get off. We get back on and ride some more. There are accidents and there are delays. At certain stops there are surprises. Some of these will translate into great moments of joy, some will result in profound sorrow.When we are born and we first board the train, we meet people whom we think will be with us for the entire journey. Those people are our parents! Sadly, this is far from the truth. Our parents are with us for as long as we absolutely need them. They too have journeys they must complete. We live on with the memories of their love, affection, friendship, guidance and their ever presence. There are others who board the train and who eventually become very important to us, in turn. These people are our brothers, sisters, friends and acquaintances, whom we will learn to love, and cherish. Some people consider their journey like a jaunty tour. They will just go merrily along. Others, will encounter many upsets, tears, losses on their journey. Others still, will linger on to offer a helping hand to anyone in need. Some people on the train will leave an everlasting impression when they get off… Some will get on and get off the train so quickly, they will scarsely leave a sign that they ever travelled along with youor ever crossed your path… We will sometimes be upset that some passengers whom we love, will choose to sit in another compartment and leave us to travel on our own.Then again, there’s nothing that says we can’t seekthem out anyway.Nevertheless, once sought out and found,we may not even be able to sit next to them because thatseat will already be taken. That’s okay …everyone’s journey will be filled with hopes, dreams, challenges, setbacks and goodbyes. We must strive to make the best of it… no matter what... We must constantly strive to understand our travel companions andlook for the best in everyone. Remember that at any moment during our journey, any one of our travel companions can have a weak moment and be in need of our help. We too may vacilate or hesitate, even trip… hopefully we can count on someone being there to be supportive and understanding… The bigger mystery of our journey is that we don’t know when our last stop will come.Neither do we know when our travel companions will make their last stop.Not even those sitting in the seat next to us. Personally, I know I’ll be sad to make my final stop…. I’m sure of it! My separation from all those friends and acquaintances I made during the train ride will be painful. Leaving all those I’m close to will be a sad thing. But then again, I’m certain that one day I’ll get to the main station only to meet up with everone else. They’ll all be carrying their baggage… most of which they didn’t have when they first got on this train.I’ll be glad to see them again. I’ll also be glad to have contributed to their baggage… and to have enriched their lives, just as much as they will have contributed to my baggage and enriched my life.We’re all on this train ride together. Above all, we should all try to strive to make the ride as pleasant and memorable as we can, right up until we each make the final stop and leave the train for the last time.All aboard! Safe journey!! BON VOYAGE!
Πριν από λίγο καιρό διάβασα ένα βιβλίο, το οποίο παρομοίαζε τη ζωή με ένα ταξίδι με το τρένο. Ένα πολύ ενδιαφέρον έργο.
Η ζωή είναι σαν ένα ταξίδι με το τρένο. Επιβιβάζεσαι συχνά και αποβιβάζεσαι, υπάρχουν ατυχήματα, σε μερικές στάσεις ευχάριστες εκπλήξεις και βαθιά λύπη σε άλλες. Όταν γεννιόμαστε και επιβιβαζόμαστε στο τρένο, συναντάμε ανθρώπους, για τους οποίους πιστεύουμε ότι θα μας συνοδεύουν σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού: τους γονείς μας. Δυστυχώς η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Αποβιβάζονται σε κάποια στάση και μας αφήνουν χωρίς την αγάπη, τη στοργή, τη φιλία και τη συντροφιά τους. Ωστόσο επιβιβάζονται άλλαάτομα, που θα αποδειχθούν πολύ σημαντικά για μας. Είναι τα αδέρφια μας, οι φίλοι μας κι αυτοί οι υπέροχοι άνθρωποι που αγαπάμε. Μερικά από τα άτομα που επιβιβάζονται, βλέπουν το ταξίδι σαν έναμικρό περίπατο. Άλλοι βρίσκουν μόνο λύπη στο ταξίδι τους. Υπάρχουν πάλι άλλοι στο τρένο, που είναι πάντα εκεί και έτοιμοι να βοηθήσουν αυτούς που τους χρειάζονται. Κάποιοι αφήνουν στην αποβίβαση μία αιώνια λαχτάρα. Μερικοί ανεβαίνουν και κατεβαίνουν ξανά κι εμείς, δεν τους έχουμε καν αντιληφθεί.. Μας εκπλήσσει, ότι μερικοί από τους επιβάτες, που αγαπάμε περισσότερο, κάθονται σε κάποιο άλλο βαγόνι και μας αφήνουν να κάνουμε μόνοι αυτό το κομμάτι του ταξιδιού.Αυτονόητα απέχουμε, και δεν μπαίνουμε στον κόπο να τους ψάξουμε και να έρθουμε σε επαφή με το δικό τους βαγόνι. Δυστυχώς μερικές φορές δεν μπορούμε να καθίσουμε δίπλα τους, γιατί η θέση στην πλευρά τους είναι ήδη κατειλημμένη.. Δεν πειράζει, έτσι είναι το ταξίδι: γεμάτο προκλήσεις, όνειρα, φαντασία, ελπίδες και αποχαιρετισμούς… αλλά χωρίς επιστροφή.
Λοιπόν, ας κάνουμε το ταξίδι με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Ας προσπαθήσουμε να βολευτούμε με τους συνταξιδιώτες μας και να ψάξουμε το καλύτερο στοιχείο στον καθένα από αυτούς. Ας θυμόμαστε ότι σε κάθε τμήμα της διαδρομής ένας από τους επιβαίνοντες μπορεί να έχει πρόβλημα και πιθανόν να χρειάζεται την κατανόησή μας. Ακόμη κι εμείς μπορεί να βρεθούμε σε δύσκολη θέση και κάποιος να υπάρχει που θα μας καταλάβει. Το μεγάλο μυστήριο του ταξιδιού είναι ότι δεν ξέρουμε πότε θα αποβιβαστούμε οριστικά, όπως επίσης ελάχιστα ξέρουμε για το πότε θα αποβιβαστούν οι συνταξιδιώτες μας, ούτε καν για εκείνον που κάθεται ακριβώς δίπλα μας. Πιστεύω ότι θα στενοχωρηθώ όταν κατέβω για πάντα από το τρένο..... Ναι, αυτό πιστεύω. Ο χωρισμός από μερικούς φίλους που συνάντησα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού
θα είναι οδυνηρός. Θα είναι πολύ λυπηρό να αφήσω μόνους τους αγαπημένους μου. Αλλά έχω την ελπίδα, πως κάποτε θα φτάσουμε στον κεντρικό σταθμό κι έχω την αίσθηση ότι θα τους ξαναδώ να έρχονται με αποσκευές, τις οποίες δεν είχαν ακόμα στην επιβίβαση.. Αυτό που με κάνει ευτυχισμένο, είναι η σκέψη, ότι κι εγώ βοήθησα να πλουτίσουν οι αποσκευές τους και να γίνουν πιο πολύτιμες. Φίλοι μου, ας προσέξουμε να έχουμε ένα καλό ταξίδι και στο τέλος να δούμε ότι άξιζε τον κόπο. Ας προσπαθήσουμε να αφήσουμε κατά την αποβίβαση μια κενή θέση πίσω μας, η οποία να αφήσει νοσταλγία και όμορφες αναμνήσεις σ’ αυτούς που συνεχίζουν το ταξίδι.
Σ’ αυτούς, που είναι μέρος του δικού μου τρένου, εύχομαι Καλό Ταξίδι!
Λέγεται ότι μια μέρα, ενώ ο Σωκράτης έκανε τη βόλτα του στην Ακρόπολη, συνάντησε κάποιον γνωστό του, ο οποίος του ανακοίνωσε ότι έχει να του πει κάτι πολύ σημαντικό που άκουσε για κάποιον από τους μαθητές του. Ο Σωκράτης του είπε ότι θα ήθελε, πριν του πει τι είχε ακούσει, να του κάνει τρεις ερωτήσεις.
-Τρεις ερωτήσεις; ρώτησε με απορία ο άλλος.
-Ναι, πριν μου πεις τι άκουσες για το μαθητή μου θα ήθελα να κάτσουμε για ένα λεπτό να φιλτράρουμε αυτό που θέλεις να μου πεις. Το πρώτο φίλτρο είναι αυτό της αλήθειας. Είσαι εντελώς σίγουρος ότι αυτό που πρόκειται να μου πεις είναι αλήθεια;
-Ε…. όχι ακριβώς, απλά άκουσα να το λένε…
-Μάλιστα άρα δεν έχεις ιδέα αν αυτό που θέλεις να μου πεις είναι αλήθεια ή ψέματα.
-Ας δοκιμάσουμε τώρα το δεύτερο φίλτρο αυτό της καλοσύνης. Aυτό που πρόκειται να μου πεις για τον μαθητή μου είναι κάτι καλό;
-Καλό; Όχι το αντίθετο μάλλον…
-Άρα, συνέχισε ο Σωκράτης θέλεις να πεις κάτι κακό για τον μαθητή μου αν και δεν είσαι καθόλου σίγουρος ότι είναι αλήθεια.
Ο άλλος έσκυψε το κεφάλι από ντροπή και αμηχανία.
-Παρόλα αυτά συνέχισε ο Σωκράτης μπορεί ακόμα να με ενδιαφέρει τι έχεις να πεις γιατί υπάρχει και το τρίτο φίλτρο. Το φίλτρο της χρησιμότητας. Είναι αυτό που θέλεις να μου πεις για τον μαθητή μου κάτι που μπορεί να μου φανεί χρήσιμο σε κάτι;
-Όχι δεν νομίζω…
-Άρα λοιπόν αφού αυτό που θα μου πεις δεν είναι ούτε αλήθεια, ούτε καλό ούτε χρήσιμο, γιατί θα πρέπει να το ακούσω;
Ο συνομιλητής του Σωκράτη έφυγε ντροπιασμένος, έχοντας πάρει ένα καλό μάθημα…
Λοιπόν, όπως βλέπεις, το χρήμα δεν είναι το παν. Και συχνά προκαλεί πόνο και συμφορά. Στο λέω, διότι είμαι φίλος σου. Και ως φίλος σου θέλω να αφαιρέσω από σένα τον πόνο και τη συμφορά. Γι’ αυτό, στείλε μου όλα σου τα χρήματα και θα υποφέρω εγώ για σένα!...
…So, as you can see, money isn't everything. And it often causes pain and suffering. I tell you this because I am your friend. And as your friend I want to take away your pain and suffering! So, send me all your money and I will suffer for you! Cash only please!...
…έχουμε πλατύτερους δρόμους, αλλά στενότερες αντιλήψεις.
...έχουμε περισσότερες ανέσεις, αλλά λιγότερο χρόνο.
…έχουμε περισσότερη γνώση, αλλά λιγότερη κρίση.
…έχουμε περισσότερα πτυχία, αλλά λιγότερο “κοινό νου”.
…έχουμε περισσότερους ειδήμονες, αλλά περισσότερα προβλήματα.
…έχουμε περισσότερα φάρμακα και λιγότερη υγεία.
…ξοδεύουμε απερίσκεπτα, γελάμε λίγο, οδηγούμε γρήγορα, εξαγριωνόμαστε εύκολα, ξενυχτάμε συχνά, διαβάζουμε λίγο, βλέπουμε πολύ τηλεόραση και δεν σεβόμαστε τους άλλους.
…πολλαπλασιάζαμε τα υπάρχοντά μας, αλλά μειώσαμε τις αξίες μας.
…μιλούμε πολύ, αγαπούμε σπάνια, μισούμε και ψευδόμαστε συχνά.
…μάθαμε να εξασφαλίζουμε τα προς το ζην, αλλά δεν μάθαμε να ζούμε.
…προσθέσαμε χρόνια στη ζωή μας, αλλά όχι ζωή στα χρόνια μας.
…έχουμε ψηλότερα σπίτια, αλλά “κοντύτερη” ψυχική διάθεση.
…έχουμε μεγαλύτερα σπίτια και μικρότερες οικογένειες.
…έχουμε φαρδύτερους αυτοκινητόδρομους, αλλά στενότερους ορίζοντες και αντίληψη.
…ξοδεύουμε περισσότερα, αλλά έχουμε λιγότερα.
…αγοράζουμε περισσότερα, αλλά τα απολαμβάνουμε λιγότερο.
…πήγαμε στο φεγγάρι και γυρίσαμε, αλλά δυσκολευόμαστε να διασχίσουμε το δρόμο για να συναντήσουμε τον γείτονά μας.
…κατακτήσαμε το διάστημα, αλλά χάνουμε τον δικό μας πλανήτη και τον εσωτερικό μας κόσμο.
…διασπάσαμε το άτομο, αλλά όχι και τις προκαταλήψεις μας.
…γράφουμε περισσότερο, αλλά διαβάζουμε λιγότερο.
…σχεδιάζουμε περισσότερα, αλλά πραγματοποιούμε λιγότερα.
…μάθαμε να βιαζόμαστε, αλλά όχι να περιμένουμε.
…έχουμε υψηλότερα εισοδήματα, αλλά χαμηλότερες ηθικές αξίες.
…έχουμε περισσότερους τρόπους και μέσα επικοινωνίας, αλλά λιγότερη επικοινωνία.
…έχουμε (μεγαλύτερη) ποσότητα, αλλά όχι (ή, έστω, λιγότερη) ποιότητα.
…ζούμε στην εποχή των υψηλών κερδών και των ρηχών ηθικών ανθρωπίνων σχέσεων.
…υπάρχουν πιο όμορφα σπίτια, αλλά και πιο πολλά διαλυμένα σπίτια.
…υπάρχουν περισσότερα τρόφιμα, αλλά χειρότερη διατροφή.
…η βιτρίνα της ζωής μας φαίνεται πλούσια και γεμάτη, η αποθήκη της, όμως, είναι έρημη και άδεια.
Ακριβώς γι’ αυτούς τους λόγους προτείνω από εδώ και πέρα να μην αφήνουμε τίποτα για “ειδικές περιπτώσεις”, διότι κάθε μέρα που ζούμε είναι μια “ειδική περίπτωση”. Ψάξτε για γνώση, διαβάστε περισσότερο, καθίστε και θαυμάστε τη θέα χωρίς να δίνετε σημασία στις άλλες ανάγκες σας. Ξοδέψτε περισσότερο χρόνο με την οικογένειά σας και με τους φίλους σας. Η ζωή πρέπει να είναι άθροισμα στιγμών ευχαρίστησης και απόλαυσης και όχι μόνο επιβίωσης. Πιές στο καλύτερο κρυστάλλινο ποτήρι που έχεις. Μην κρύβεις την καλύτερη κολώνια, αλλά χρησιμοποίησέ την κάθε μέρα. Εξαφάνισε από το λεξιλόγιό σου εκφράσεις όπως “κάποιες από αυτές τις ημέρες” ή “κάποια μέρα” και “όχι τώρα, κάποια άλλη φορά”. Γράψε σήμερα, τώρα, εκείνο το γράμμα που σκεφτόσουν να γράψεις “μια απ’ αυτές τις μέρες”. Πες στα μέλη της οικογένειάς σου και στους φίλους σου πόσο πολύ τους αγαπάς. Μην καθυστερείς τίποτα που προσθέτει γέλιο και χαρά στη ζωή σου. Κάθε μέρα, κάθε ώρα και κάθε λεπτό είναι ξεχωριστό. Διότι δεν ξέρεις εάν θα είναι και το τελευταίο…